Πέμπτη 12 Φεβρουαρίου 2009

ιστορία 9

Το έμβρυο ήταν πεταμένο στο πάτωμα. Το αίμα του είχε βάψει ,κόκκινες πιτσιλιές, το βρώμικο σκοροφαγωμένο χαλί. Περίεργο …ένα τόσο μικρό και εύθραυστο πραγματάκι να βγάλει τόσο αίμα , να κάνει τόσο μεγάλο λεκέ .
Αυτό είναι η ζωή άραγε ,ένα σπλάτς από αίμα στο πάτωμα?
Πλησίασα στο λεκέ με τρόμο. Ίσως και με λίγη αηδία . Ένα μικρό ,παραμορφωμένο, στραπατσαρισμένο πλάσμα σου βγάζει πολλά συναισθήματα, “αλλά και πολύ αηδία” σκέφτηκα “ Θεε μου”, με απίστευτες ενοχές να με πνίγουν.
Ποιος σκότωσε το παιδί και γιατί? Ποιος το έκρυψε στο υπόγειο? Μάλλον ,όχι, δεν το έκρυψε ,απλά το πέταξε. Χωρίς να θέλει να κρύψει κάτι , απλά το πέταξε χωρίς να τον νοιάζει πότε και αν θα βρεθεί. Είναι μια πράξη χωρίς συνείδηση, χωρίς ενοχή. Είναι μία πράξη χωρίς φραγμούς , χωρίς πρέπει…
Ανατριχιάζω με τον εαυτό μου και τις σκέψεις μου . Μία άγρια ζήλια για την απέραντη ελευθερία του δράστη με συνεπήρε , χωρίς ευθύνη, χωρίς πόνο ,χωρίς γνώση , συνέπεια. Συγκλονίστηκα …
Κάθισα στις φτέρνες , κόπηκαν τα γόνατα. Η Σκιά με είχε κυριεύσει. Άνοιξα τα μάτια και περιεργάστηκα για μία ακόμη φορά το μικρό εύθραυστο πλάσμα.
Το τρυφερό δέρμα , τα λεπτεπίλεπτα κόκαλα , το λιπόσαρκο κορμάκι. Ήταν σχεδόν ένα ολόκληρο μωρό. Ένα βασανισμένο μωρό. Όχι σωματικά αλλά ψυχικά .Κάτι μου έλεγε ότι το μωρό αυτό ήξερε, ένιωθε, έβλεπε , περίμενε, αγωνιούσε για το τέλος …

Αν είχα έρθει νωρίτερα. Αν ήξερα ότι υπάρχει. Αν … Πόσα αν χρειάζομαι ? Πόσα αν χρειαζόταν , για να του προσφέρει κάποιος προστασία ? Χάθηκα στις σκέψεις μου. Με έβλεπα σαν ήρωα που με ταπεινότητα διασώζει το μικρό, απολάμβανα τον καλό εαυτό μου . Ναρκισσιστικά, αυτάρεσκα. Πελαγοδρομούσα…

Ξαφνικά , ένιωσα κάτι να συμβαίνει, δεν μπορεί… Ξανακοίταξα το φρικιαστικό πτωματάκι .

Μία μικρή σύσπαση - απειροελάχιστη -μου έφερε πανικό!
« Θεέ μου» ούρλιαξα «είναι ΖΩΝΤΑΝΟ»