Καμιά πατρίδα για τους μελλοθάνατους
Για τον Artbomber γράφει ο Ανδρέας Μπελεγρής
Θες λίγο οι Κοέν που έχουνε κάνει όνομα στην πιάτσα τόσα χρόνια, θες λίγο τα τέσσερα Όσκαρ σε βασικές κατηγορίες, θες ο πράγματι επιβλητικός τίτλος, στην ταινία Καμιά πατρίδα για τους μελλοθάνατους είσαι έτοιμος να δεις κάτι καλό. Παίρνεις τα ποπ – κορν σου, λες μια μεγάλη κόκα – κόλα παρακαλώ, περνάς τον ημιφωτισμένο διάδρομο και κάθεσαι αναπαυτικά στην πολυθρόνα του πολυσινεμά.
Καλώς ήρθες για μια ακόμη φορά στο αμερικανικό μεγαλείο σου! Η ταινία ξεκινά. Ακούς τη φωνή ενός ετοιμόρροπου σερίφη να αναπολεί τις περασμένες του αγάπες - του καιρού φαντάσματα, έτσι για ξεκάρφωμα, και μετά αρχίζει το πιστολίδι. Μιλάμε όμως για πολύ φονικό.
Παρακολουθείς με απίστευτη προσήλωση και όντως άπαιχτο σασπένς ένα ανθρωποκυνηγητό μέχρι τελικής πτώσεως. Κάθε σκηνή είναι μαθηματικά τοποθετημένη στη δομή για λίγο παραπάνω αδρεναλίνη. Οι χιτσκοκικοί κανόνες σε τέλεια ενορχήστρωση. Αίμα – πολύ αίμα, δάκρυα – λιγότερα και ιδρώτας – σε ήρωες και θεατές.
Ένας επαγγελματίας δολοφόνος (Χαβιέρ Μπαρδέμ) κυνηγάει έναν τυχάρπαστο αμερικάνο επαρχιώτη, που τόλμησε να βάλει χέρι σε μια βαλίτσα ναρκωδόλλαρα και είχε και το θράσος να επιμείνει να την κρατήσει. Ένας σερίφης που αναπολεί τις παλιές καλές εποχές που οι άνθρωποι μπορεί να σκότωναν, αλλά είχαν τιμή (ο μόνος ρόλος που έχει κάπως ψαχνό). Μια κοινωνία έτοιμη να αναπαράξει νέους δολοφόνους, προσέξτε τον ψαροτικό σύντομο διάλογο των δύο μικρών παιδιών προς το τέλος της ταινίας.
Δυστυχώς για τους Κοέν η τέχνη δεν είναι σαν τη φύση, που εκεί θαυμάζεις ένα μεγάλο κόκκινο τριαντάφυλλο και σου είναι αδιάφορο ότι αιώνες τώρα ανθίζουν και πεθαίνουν κάποια άπειρα ίδια μ’ αυτό. Η τέχνη είναι υποταγμένη στην ιστορική της συνέχεια. Αυτή την ταινία αν την υπέγραφε σήμερα ο Ταραντίνο θα ήταν οπισθοδρόμηση γι’ αυτόν. Για τους παλιότερους Κοέν – τι κρίμα – αυτό λέγεται αναγέννηση.
Παρεμπιπτόντως ο Χαβιέρ Μπαρδέμ γαμάει! Το παλικάρι είναι όλα τα λεφτά! Δείτε τον και στο Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας, που βγήκε επίσης φέτος. Κόντρα ρόλος και του βγάζω το καπέλο.
Βγαίνοντας από το σινεμά αναρωτήθηκα γιατί τόσος ντόρος. Όσκαρ καλύτερης ταινίας; Από πού;
- Είναι σκάλες ανώτερο από την τελευταία μετριότητα του Σκορτσέζε – λέγε με Λεονάντο.
- Α! Έτσι μάλιστα! Άντε και Νόμπελ!